Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2009

Το πρώτο μας φιλί.


My lady, I never told you how I truly feel
You probably think my heart is from steel
My lady, my dear sweetheart
I really feel my life did just start

My lady, you are unbelievably beautiful
For you I would risk dying in duel
The moment I saw you my heart was sold
I dream that together we will grow old

We met each other, some time ago
It was the first time we said 'Hello'
You are my sweetheart day by day
Without you my life goes astray

This diamond ring is for you, I hope you will like it
I am dying to see your reaction, that I will admit
This poem has come to an end
There are many more I would like to send

Θυμάσαι μωρό μου; Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου. Στο Ηρώδειο, η παράσταση του Alvin Ailey. Είχες βαρεθεί. Γύρισες και με κοίταξες συνωμοτικά. Φορούσες μαύρο παντελόνι, άσπρο πουκάμισο και χαμηλά παπούτσια και είχες τα μακριά μαλλιά σου ριγμένα στους ώμους, ως τη μέση σου. Το άρωμά σου με παίδευε. Σε κοίταζα όλη την ώρα και έβλεπα το πρόσωπό σου να αλλάζει εκφράσεις, στα μάτια σου να καθρεφτίζονται σκέψεις. Μου χαμογέλασες. Ήξερα ότι ήθελες να φύγεις, αγρίμι μου.
Σε πήρα από το χέρι και βγήκαμε. Κρύωνες. Σου έδωσα το πουλόβερ που είχα στους ώμους μου. Πάντα περήφανη και αυτάρκης, μου είπες "δεν το χρειάζομαι, νά'σαι καλά". Επέμεινα. Το δέχτηκες με ευγνωμοσύνη στο βλέμμα. Ήσουν πανέμορφη. Με πήρες από το χέρι και ανεβήκαμε στο λόφο του Φιλοπάππου. Σταθήκαμε απέναντι από την Ακρόπολη. Δε χόρταινα να σε κοιτάζω. Γεμάτη ενέργεια, λαμπερή, με το γέλιο καταρράχτη, με τα πράσινα μάτια σου να με χαϊδεύουν και να με ζεσταίνουν. Ήθελα να σε αγκαλιάσω και να μεταφερθούμε σε ένα πράσινο ερημικό νησί. Κι εκεί να σε κάνω δική μου. Σε ήθελα τόσο πολύ.
Έκανα μερικά βήματα μακριά σου. Να συγκεντρωθώ, να μπορέσω να ηρεμήσω, να φερθώ φυσιολογικά. Και τότε ήρθες πίσω μου νομίζοντας ότι κρυώνω και με αγκάλιασες τρυφερά για να με ζεστάνεις. Γύρισα απότομα, ξαφνιασμένος...σε τρόμαξα. Σε κοίταξα στα μάτια. Κοίταξα τα χείλη σου. Δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο. Σου άγγιξα απαλά το πρόσωπο και είδα να ανάβει μια φωτιά στα όμορφα μάτια σου. Γλυκά μου μάτια. Ήξερα ότι αυτή ήταν η στιγμή. Έσκυψα και σε φίλησα. Απαλά, αργά, χάιδεψα τα χείλη σου με τα δικά μου. Το στόμα σου ήταν μισάνοιχτο. Φίλησα το κάθε χείλος σου πολλές φορές. Μετά, προχώρησα. Η γλώσσα μου άγγιξε τη δική σου. Σε φιλούσα αργά και γλυκά, κολλημένος πάνω σου, να νιώθω τη θερμότητά σου. Θα μπορούσα να σε φιλάω για πάντα. Ένιωθα σαν να σου έκανα έρωτα. Κι εσύ ανταποκρινόσουν, το ίδιο παθιασμένα και δυνατά.
Όταν τα χείλη μας χώρισαν, μετά από πολλή ώρα, έλαμπες σαν άστρο. Μου είπες ότι δεν σε έχουν ξαναφιλήσει έτσι βαθιά. Ένιωσες, είπες, τόση ένταση, σαν να κάναμε έρωτα. Καμιά άλλη γυναίκα δεν μου είχε ξυπνήσει τέτοια άγρια συναισθήματα. Και ήξερα ότι είσαι το πεπρωμένο μου. Ένα γλυκό πεπρωμένο που νιώθει ότι νιώθω. Σαν σήμερα, μωρό μου, φιληθήκαμε πρώτη φορά. Βαθιά και γλυκά. Μη σταματήσεις ποτέ να με φιλάς. Χωρίς εσένα, ο κόσμος μου είναι ανούσιος. Σε λατρεύω, ψυχή μου.

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009

Γυναίκα μου



My Love

Your skin glows like the sun,
blossoms passion
as the red rose in the purest hope of spring.
My heart follows your saxophone voice
and leaps like a tiger at the whisper of your name.
The evening floats on a great eagle wing.
I am comforted by your fragranced pashmine
I hold next to my lips.
I am filled with hope
that I may dry your tears of sun-wine.
In the quiet,
I listen to the last nightingale singing of the day.
I wait in our secret garden
for your healing kiss
so that we may discover each other again
under the moonlight
in search of the magnificent blue
and mystical river of desire.

Για σένα, φως μου. Μαζί για πάντα. Είσαι η ζωή μου. Σε λατρεύω για μια αιωνιότητα.

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009

"Ερωτικός Λόγος"


Α'

Ρόδο της μοίρας, γύρευες να βρεις να μας πληγώσεις
μα έσκυβες σαν το μυστικό που πάει να λυτρωθεί
κι ήταν ωραίο το πρόσταγμα που δέχτηκες να δώσεις
κι ήταν το χαμογέλιο σου σαν έτοιμο σπαθί.

Του κύκλου σου το ανέβασμα ζωντάνευε τη χτίση
από τ' αγκάθι σου έφευγε το δρόμου ο στοχασμός
η ορμή μας γλυκοχάραζε γυμνή να σ' αποχτήσει
ο κόσμος ήταν εύκολος. Ένας απλός παλμός.

Β'

Τα μυστικά της θάλασσας ξεχνιούνται στ' ακρογιάλια
η σκοτεινάγρα του βυθού ξεχνιέται στον αφρό.
Λάμπουνε ξάφνου πορφυρά της μνήμης τα κοράλλια...
Ω μην ταράξεις... πρόσεξε ν' ακούσεις τ' αλαφρό

ξεκίνημά της... τ' άγγιξες το δέντρο με τα μήλα
το χέρι απλώθη κι η κλωστή δείχνει και σε οδηγεί...
Ω σκοτεινό ανατρίχιασμα στη ρίζα και στα φύλλα
να 'σουν εσύ που θα 'φερνες την ξεχασμένη αυγή!

Στον κάμπο του αποχωρισμού να ξανανθίζουν κρίνα
μέρες ν' ανοίγουνται ώριμες, οι αγκάλες τ' ουρανού,
να φέγγουν στο αντηλάρισμα τα μάτια μόνο εκείνα
αγνή η ψυχή να γράφεται σαν το τραγούδια αυλού...

Η νύχτα να 'ταν που έκλεισε τα μάτια; Μένει αθάλη,
σαν από δοξαριού νευρά μένει πνιχτό βουητό,
μια στάχτη κι ένας ίλιγγος στο μαύρο γυρογιάλι
κι ένα πυκνό φτερούγισμα στην εικασία κλειστό.

Ρόδο του ανέμου, γνώριζες μα ανέγνωρους μας πήρες
την ώρα που θεμέλιωνε γιοφύρια ο λογισμός
να πλέξουνε τα δάχτυλα και να διαβούν δυο μοίρες
και να χυθούν στο χαμηλό κι αναπαμένο φως.

Γ'

Ω σκοτεινό ανατρίχιασμα στη ρίζα και στα φύλλα!
Πρόβαλε ανάστημα άγρυπνο στο πλήθος της σιωπής
σήκωσε το κεφάλι σου από τα χέρια τα καμπύλα
το θέλημά σου να γενεί και να μου ξαναπείς

τα λόγια που άγγιζαν και σμίγαν το αίμα σαν αγκάλη
κι ας γείρει ο πόθος σου βαθύς σαν ίσκιος καρυδιάς
και να μας πλημμυράει με των μαλλιών σου τη σπατάλη
από το χνούδι του φιλιού στα φύλλα της καρδιάς.

Χαμήλωναν τα μάτια σου κι είχες το χαμογέλιο
που ανιστορούσαν ταπεινά ζωγράφοι αλλοτινοί.
Λησμονημένο ανάγνωσμα σ' ένα παλιό ευαγγέλιο
το μίλημά σου ανάσαινε κι η ανάλαφρη φωνή:

"Είναι το πέρασμα του χρόνου σιγαλό κι απόκοσμο
κι ο πόνος απαλά μες στην ψυχή μου λάμνει
χαράζει η αυγή τον ουρανό, τ' όνειρο μένει απόντιστο
κι είναι σαν να διαβαίνουν μυρωμένοι θάμνοι.

Με του ματιού τ' αλάφιασμα, με του κορμιού το ρόδισμα
ξυπνούν και κατεβαίνουν σμάρι περιστέρια
με περιπλέκει χαμηλό το κυκλωτό φτερούγισμα
ανθρώπινο άγγιγμα στο κόρφο μου τ' αστέρια.

Την ακοή μου ως να 'σμιξε κοχύλι βουίζει ο αντίδικος
μακρινός κι αξεδιάλυτος του κόσμου ο θρήνος
μα είναι στιγμές και σβήνουνται και βασιλεύει δίκλωνος
ο λογισμός του πόθου μου, μόνος εκείνος.

Λες κι είχα αναστηθεί γυμνή σε μια παρμένη θύμηση
σαν ήρθες γνώριμος και ξένος, ακριβέ μου
να μου χαρίσεις γέρνοντας την απέραντη λύτρωση
που γύρευα από τα γοργά σείστρα του ανέμου..."

Το ραγισμένο ηλιόγερμα λιγόστεψε κι εχάθη
κι έμοιαζε πλάνη να ζητάς τα δώρα τ' ουρανού.
Χαμήλωναν τα μάτια σου. Του φεγγαριού τ' αγκάθι
βλάστησε και φοβήθηκες τους ίσκιους του βουνού.

...Μες στον καθρέφτη η αγάπη μας, πώς πάει και λιγοστεύει
μέσα στον ύπνο τα όνειρα, σκολειό της λησμονιάς
μέσα στα βάθη του καιρού, πώς η καρδιά στενεύει
και χάνεται στο λίκνισμα μιας ξένης αγκαλιάς...

Δ'

Δυο φίδια ωραία κι αλαργινά, του χωρισμού πλοκάμια
σέρνουνται και γυρεύουνται στη νύχτα των δεντρών,
για μιαν αγάπη μυστική σ' ανεύρετα θολάμια
ακοίμητα γυρεύουνται δεν πίνουν και δεν τρων.

Με γύρους και λυγίσματα κι η αχόρταγή τους γνώμη
κλώθει, πληθαίνει, στρίβει, απλώνει κρίκους στο κορμί
που κυβερνούν αμίλητοι του έναστρου θόλου οι νόμοι
και του αναδεύουν την πυρή κι ασίγαστη αφορμή.

Το δάσος στέκει ριγηλό της νύχτας αντιστύλι
κι είναι η σιγή τάσι αργυρό όπου πέφτουν οι στιγμές
αντίχτυποι ξεχωρισμένοι, ολόκληροι, μια σμίλη
προσεχτική που δέχουνται πελεκητές γραμμές...

Αυγάζει ξάφνου το άγαλμα. Μα τα κορμιά έχουν σβήσει
στη θάλασσα στον άνεμο στον ήλιο στη βροχή.
Έτσι γεννιούνται οι ομορφιές που μας χαρίζει η φύση
μα ποιος ξέρει αν πέθανε στον κόσμο μια ψυχή.

Στη φαντασία θα γύριζαν τα χωρισμένα φίδια
(Το δάσος λάμπει με πουλιά βλαστούς και ροδαμούς)
μένουν ακόμη τα σγουρά γυρέματά τους, ίδια
του κύκλου τα γυρίσματα που φέρνουν τους καημούς.

Ε'

Πού πήγε η μέρα η δίκοπη που είχε τα πάντα αλλάξει;
Δε θα βρεθεί ένας ποταμός να 'ναι για μας πλωτός;
Δε θα βρεθεί ένας ουρανός τη δρόσο να σταλάξει
για την ψυχή που νάρκωσε κι ανάθρεψε ο λωτός;

Στην πέτρα της υπομονής προσμένουμε το θάμα
που ανοίγει τα επουράνια κι είν' όλα βολετά
προσμένουμε τον άγγελο σαν το πανάρχαιο δράμα
την ώρα που του δειλινού χάνουνται τ' ανοιχτά

τριαντάφυλλα... Ρόδο άλικο του ανέμου και της μοίρας,
μόνο στη μνήμη απέμεινες, ένας βαρύς ρυθμός
ρόδο της νύχτας πέρασες, τρικύμισμα πορφύρας
τρίκυμισμα της θάλασσας... Ο κόσμος είναι απλός.

(Γιώργος Σεφέρης
Αθήνα, Οχτώβρης '29 - Δεκέμβρης '30)


Αν και αυτό το ποίημα είναι λίγο πικρό και λέει για χωρισμό, ξέρω ότι σου αρέσει πολύ και γι' αυτό σκέφτηκα να στο χαρίσω, ψυχή μου. Κοιμάσαι ήρεμη κι ευτυχισμένη, σαν αγγελούδι, σαν παιδάκι και χαίρομαι που σε βλέπω να ξεκουράζεσαι πραγματικά. Θέλω να είσαι πάντα ευτυχισμένη. Και θα κάνω τα πάντα γι' αυτό. Σε λατρεύω, ζωή μου.

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

Αγάπη μου



There is a lady sweet and kind,
Was never face so pleased my mind;
I did but see her passing by,
And yet I love her till I die.

Her gesture, motion, and her smiles,
Her wit, her voice my heart beguiles,
Beguiles my heart, I know not why,
And yet I love her till I die.

Cupid is winged and doth range,
Her country so my love doth change;
But change she earth, or change she sky,
Yet will I love her till I die.

Με ρωτάς αν σου θύμωσα. Λες και θα μπορούσα ποτέ να σου θυμώσω. Δεν με νοιάζει τίποτα, παρά μόνο εσύ. Εσένα θέλω. Εσένα ήθελα πάντα. Από την πρώτη στιγμή που σε γνώρισα, το ένιωσα μέσα μου. Κι όταν ακόμη ήσουν με τον πρώην σου, ακόμη κι όταν ερχόμουν να σε δω, τρελός από αγάπη και επιθυμία να σε σφίξω στην αγκαλιά μου, ακόμη και τότε, που εσύ με έδιωχνες, το ήξερα ότι μια μέρα θα είμαστε μαζί. Και το ένιωθα ότι μ'αγαπούσες κι εσύ. Γιατί τα λόγια σου μου έλεγαν "φύγε", κι όμως, τα μάτια σου, το πρόσωπό σου, το σώμα σου, όλα μου φώναζαν "σ'αγαπώ". Με τον πρώην σου δε θα γινόταν ποτέ τίποτε, γιατί δεν σ'αγαπούσε αληθινά. Εγώ σ'αγαπούσα και σε περίμενα για μήνες. Και για χρόνια, αν χρειαζόταν, θα σε περίμενα. Όλη μου τη ζωή. Γιατί εσύ είσαι η ζωή μου. Είναι δυνατόν να θυμώσει κανείς με τον αέρα που αναπνέει, ζωούλα μου;
Χτες δε σου μίλησα. Ήμουν δειλός και σε απογοήτευσα. Δεν ξέρω τι μ'έπιασε, αλλά δείλιασα μέσα στο γεμάτο εστιατόριο. Θα ήθελα να σου ζητήσω λοιπόν να πάμε απόψε στην παραλία μας. Αν και μάλλον έχεις καταλάβει τι θα σου πω. Βάλε ό,τι θες αλλά φόρα και μαγιό. Εγώ θα αναλάβω τα υπόλοιπα.

Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2009

Sono innamorato tante (Καλά το έγραψα;)


In qual parte del cielo, in quale idea
era l'esempio, onde natura tolse
quel bel viso leggiadro, in ch' ella volse
mostrar qua giù quanto lassù potea ?
qual ninfa in fonti, in selve mai qual dea
chiome d' oro si fino a l' aura sciolse ?
quando un cor tante in se vertuti accolse ?
benchè la somma è di mia morte rea.

Per divina bellezza indarno mira,
chi gli occhi de costei già mai non vide,
come soavemente ella gli gira.
Non sa come Amor sana e come ancide
chi non sa come dolce ella sospira,
e come dolce parla e dolce ride.

(Poetic translation)

In what celestial sphere, by whom inspired, she drew
Did Nature find the cast from which
This lovely face wherein she hath aspired
To manifest below what Heaven can do?
Upon the breeze these tresses of pure gold
What goddess of the woods, what water-fay
Hath lavished thus ? What other heart could hold
These virtues which have made my life their prey?

Of godly beauty he is unaware
Who hath not gazed into my Lady's eyes,
Nor gathered her sweet glances here on earth;
He knoweth not Love's Hell nor Paradise
Who never heard her sighs as light as air,
The gentle music of her speech and mirth.

by Francesco Petrarca (Petrarch)

Αφού ο φίλος μου ο Θωμάς λέει ότι η ιταλίλα συγκινεί τις γυναίκες, είπα να γίνω ο λατίνος εραστής σου... Είμαι τρελαμένος μαζί σου, σε θέλω κάθε μέρα και πιο πολύ, δε σε χορταίνω, μωρό μου! Αν η εικόνα δε σου θυμίζει κάτι, τι θα έλεγες να φάμε αύριο βράδυ στο Cibus; Σου έχω μια έκπληξη...

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

Μάτια μου γλυκά


QU'ELLE EST JOLIE!

Grands dieux! Combien elle est jolie
Celle que j'aimerai toujours!
Dans leur douce mélancolie
Ses yeux font rêver aux amours.
Du plus beau souffle de la vie
À l'animer le ciel se plaît.
Grands dieux! Combien elle est jolie!
Et moi, je suis, je suis si laid!
Grands dieux, combien elle est jolie!

Elle compte au plus vingt printemps.
Sa bouche est fraîche épanouie;
Ses cheveux sont blonds et flottants.
Par mille talents embellie,
Seule elle ignore ce qu'elle est.
Grands dieux! Combien elle est jolie!
Et moi, je suis, je suis si laid!

Grands dieux! Combien elle est jolie!
Et cependant j'en suis aimé.
J'ai dû long-temps porter envie
Aux traits dont le sexe est charmé.
Avant qu'elle enchantât ma vie,
Devant moi l'amour s'envolait.
Grands dieux! Combien elle est jolie!
Et moi, je suis, je suis si laid!

Grands dieux! Combien elle est jolie!
Et pour moi ses feux sont constants.
La guirlande qu'elle a cueillie
Ceint mon front chauve avant trente ans.
Voiles qui parez mon amie,
Tombez; mon triomphe est complet.
Grands dieux! Combien elle est jolie!
Et moi, je suis, je suis si laid!

(Pierre Jean de Beranger)

Είσαι η πιο όμορφη και γλυκιά γυναίκα του κόσμου. Με τα πιο υπέροχα μάτια και τα πιο όμορφα χείλη. Με την ασημένια τούφα που έχεις από μωρό, φεγγαρομωρό μου, και την αθώα, γλυκιά, αγγελουδένια φατσούλα σου. Με έχεις τρελάνει... Σε λατρεύω!

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2009

A Way To Love To Make Love



I want to love you in a special way like glass,
strong but crystal clear.
I want to make love to your spirit
by first squeezing and sucking your lips
to quench my thirst.
Then gently blowing love through your lips
and making love to your lungs,
As my heart squeezes yours and mines together
until your mind blows,
And you can't think.
I want to bite your fingertips
sending a sensation through your hands
and into your heart,
Pumping love in and out through your veins
until it reaches your feet,
And your toes curl.
I want to stroke you gently and softly
to caress not only your spirit,
But to feel the warmth of your flesh.
Your body next to mine,
holding and embracing
with the connection of a lock and key of life
and love so you can't let go.
Let me love you hard
so I can drill through your hurts and your pains,
Paving bricks to guard your heart
from your trials and tribulations.
Building a dam
so that when your flesh feels weak
your spirit won't break.
Let me love you over and over again
as though it were a fairytale that never ends.
If you were my book the letters
of your words would be carved in my heart
as though it were a novel felt, but never read.
This is the way to love,
you have to love easy but feel hard.
You have to pay the price of sacrifice
in order to grow a love, which is deeply fulfilling.
That is the best way to love and to make love.
Πριγκίπισσά μου
Η ζωή μου έστειλε το πιο πολύτιμό της δώρο: εσένα. Όσα ονειρεύτηκα στη ζωή μου είναι εδώ, δίπλα μου. Σε κρατώ αγκαλιά, σε κοιτώ να κοιμάσαι, όμορφη, αγνή, γαλήνια, χαϊδεμένη από τον ήλιο και τη θάλασσα. Κι ακόμη δεν μπορώ να το πιστέψω ότι είσαι δική μου. Με το βραχιόλι σου από κοχύλια, με τα μακριά σου μαλλιά απλωμένα στα μπλε σεντόνια μας, μοιάζεις με γοργόνα που αποκοιμήθηκε μέσα στην αγκαλιά ενός τυχερού θνητού. Κι όταν το πρωί ανοίξεις τα μεγάλα πράσινα μάτια σου και μου πεις "καλημέρα" με το παιδικό σου χαμόγελο, μόνο τότε θα ανατείλει πραγματικά ο ήλιος.
Είσαι η ζωή μου. Σε λατρεύω, άγγελέ μου.